Η ΤΕΛΕΙΑ ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΔΩΡΕΑΝ

Η ΤΕΛΕΙΑ ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ    ΔΩΡΕΑΝ

 

Ι.  Η ΡΙΨΗ

 

 

Ονομάζομαι Κώστας  Βεργόπουλος και αυτήν την στιγμή  όλη μου η προσοχή βρίσκεται στο πώς θα εξακοντίσω με την σωστή δύναμη και τον ανάλογο παλμό ένα ξύλο στην καταγάλανη θάλασσα της πανέμορφης ακτής του Καϊάφα στην Κυπαρισσία.

Αυτό κάνω, και μάλιστα με την άνεση ανθρώπου που έκανε αυτή τη δουλειά για χρόνια, αυτό το καλό έχουν οι διακοπές.

Βρίσκομαι μάλιστα στο πιο έρημο σημείο της τεράστιας παραλίας προς το κοντινότερο χωριό, την Ζαχάρω.

Πλάφ! άκουσα αμέσως το πάφλασμα των νερών καθώς το καμάρι μου ένα περίφημο Αλσατικό λυκόσκυλο βούτηξε στα καταγάλανα νερά πίσω από το ξύλο.

Στα ηλιοκαμένα χαρακτηριστικά μου απλώθηκε ένα χαμόγελο ευχαρίστησης καθώς το παρακολουθούσα.

Ήμουν μακριά από τις έγνοιες της δουλειάς μου μακριά από εργαστήρια αστροφυσικής και αστεροσκοπεία. Το Χιούστον και ολόκληρη η πολιτεία του Τέξας έμοιαζαν μ’ ένα μακρινό όνειρο.

Θάλασσα, ήλιος, ησυχία και γαλήνη με περιτριγύριζαν μόνο.

«Άντε Αρίωνα θα φύγω», φώναξα γελώντας στον σκύλο μου που μόλις είχε πατήσει στην άμμο της δαντελένιας ακρογιαλιάς και ετοιμαζόταν να κάνει το πρώτο άλμα για να φθάσει δίπλα στον αγαπημένο του φίλο και αφέντη.

Ξαφνικά  μαρμάρωσα και το γέλιο πάγωσε στα χείλη μου. Η έκπληξη πήρε την θέση της στο πρόσωπο μου που σοβάρεψε στην στιγμή.

«Τι διάβολο...μέρα μεσημέρι....», άρχισα να λέω καθώς ένα τεραστίων διαστάσεων αντικείμενο έκρυψε με τον όγκο του τον Ήλιο.

Η σκηνή θύμιζε ταινία του Σπίλμπεργκ μόνο που ήταν πραγματική.

Το ¨Α.Τ.Ι.Α.¨ στάθηκε για μερικά δευτερόλεπτα ακίνητο ρίχνοντας την σκιά του επάνω μας. Ο Αρίωνας άφησε να του πέσει το ξύλο και στράφηκε προς το ¨Α.Τ.Ι.Α.¨ έχοντας σηκώσει το τρίχωμα στο σβέρκο του και γρυλίζοντας απειλητικά.

Ένα γυαλιστερό αντικείμενο που θύμιζε κάψουλα γλίστρησε από κάποιο άνοιγμα του Α.Τ.Ι.Α. και έπεσε στο νερό.

Το σκάφος εντελώς αθόρυβα διέγραψε μια καμπύλη τροχιά και χάθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα από το οπτικό μου πεδίο.

Ύστερα τίποτα, απόλυτη ησυχία απλώθηκε και πάλι στην έρημη ακρογιαλιά.

Δεν μπορεί μέρα μεσημέρι να μου συμβαίνουν τέτοια περίεργα, τουλάχιστον στις ταινίες Επιστημονικής Φαντασίας ο ουρανός είναι γεμάτος αστέρια, σκέφτηκα.

Τελικά η λογική σκέψη που με τόσο κόπο και χρόνο μελέτης καθώς και έρευνας είχα αναπτύξει, νίκησε την αμηχανία μου και κινήθηκα αστραπιαία προς το φουσκωτό μου ¨Ζόντιακ¨ που ήταν τραβηγμένο στην αμμουδιά.

Ο Αρίωνας με ακολούθησε.

Έσπρωξα το μικρό σκάφος μέσα στο νερό και πήδηξα μέσα ταυτόχρονα με την ¨σκιά¨ μου όπως αποκαλούσαν οι φίλοι μου τον Αρίωνα.

Κατέβασα την εξωλέμβιο μηχανή στο νερό και τράβηξα με δύναμη το σκοινί για να πάρει μπροστά.

Η Johnson μούγκρισε αμέσως και με το γύρισμα της λαβής του γκαζιού της τίναξε το φουσκωτό μπροστά σαν καθαρόαιμο.

Η μύτη του σκάφους σημάδευε σταθερά το σημείο όπου είχε πέσει το άγνωστο αντικείμενο.

Στο ίδιο σημείο κοίταζε και ο Αρίωνας έχοντας ακόμη σηκωμένες τις τρίχες της πλάτης του και αφήνοντας υπόκωφα μουγκρητά.

Έχει γούστο να έπαθα ηλίαση, σκέφτηκα  καθώς ασυναίσθητα άνοιγα το γκάζι ως το τέρμα. Τώρα η απόσταση είχε ελαττωθεί κατά πολύ. Σε λίγο άρχισε να φαίνεται η κάψουλα που επέπλεε στο νερό με μια παράξενη χάρη.

Κανένα από τα γνωστά μέταλλα που ήξερα  δεν αντανακλούσε έτσι τις ακτίνες του ηλίου. Η κάψουλα άστραφτε ολόκληρη. Ο Αρίωνας άρχισε να γαβγίζει απειλητικά.

Μερικά μέτρα χώριζαν τώρα το μικρό σκάφος από το παράξενο αντικείμενο που είχε τις διαστάσεις ενός μεγάλου διπλού κρεβατιού. Έσβησα την μηχανή και απόμεινα να κοιτάζω γεμάτος περιέργεια την κάψουλα έτσι όπως λικνιζότανε στο ελαφρό κυματάκι που σήκωσε η Johnson. Το σκυλί σταμάτησε να γαβγίζει και γέρνοντας το κεφάλι στο πλάι κοίταζε και αυτό την κάψουλα.

Η τέλεια φόρμα και οι άψογες γραμμές της ήταν χαρακτηριστικά αν μη τι άλλο σίγουρα μιας προηγμένης τεχνολογίας.

Συνεχίζοντας το μακάριο λίκνισμα της η κάψουλα στρέφονταν ολοένα και περισσότερο  αργά αλλά σταθερά, γύρω από τον άξονα της.  Στην αριστερή πλευρά της κάψουλας, που η περιστροφή της έφερε μπροστά μου, φάνηκαν τέσσερις σειρές γράμματα, το στόμα μου άνοιξε ασυναίσθητα σχηματίζοντας ένα τέλειο όμικρον.

Διάβασα στην πρώτη σειρά σε τέλεια Αγγλικά: [ΠΡΟΣΟΧΗ! ΕΜΒΙΑ ΟΝΤΑ].

Τις άλλες τρεις σειρές αποτελούσαν Ελληνικά, Γαλλικά, και Ρωσικά προφανώς

γράφοντας τα ίδια λόγια: [ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΜΒΙΑ ΟΝΤΑ].

Η αδρεναλίνη ξεχύθηκε με ορμή στο σώμα μου και με γρήγορες κινήσεις έλυσα το νάιλον σκοινί από τον κρίκο της άγκυρας   το έδεσα στον κρίκο της κάψουλας και έκανα  έναν ναυτικό κόμπο ώστε να μην ξετυλιχτεί το σχοινί της άγκυρας που ήταν δεμένο στον κρίκο της πρύμνης του φουσκωτού.

 

 


ΙΙ. ΑΓΓΕΛΟΣ ΓΕΝΟΥΣ ΘΗΛΥΚΟΥ

 

Ούτε που κατάλαβα πότε η μυτερή πλώρη του φουσκωτού άγγιξε την  άμμο της ακτής.

Πετάχτηκα έξω και γεμάτος έξαψη, άδραξα το νάιλον σχοινί και τράβηξα προς το μέρος μου με δύναμη.

Η κάψουλα σύρθηκε στα μεγαλύτερα χαλίκια της αμμουδιάς και εγώ με δύο δρασκελιές -αφού μπήκα μέχρι το γόνατο στο νερό-βρέθηκα στο πλάι της.

Ο Αρίωνας στάθηκε λίγο πιο πέρα στην στεγνή αμμουδιά κοιτάζοντας όλος απορία αλλά και έτοιμος να με προστατέψει από το περίεργο μεταλλικό κουτί.

Η λαβή στο πλάι της κάψουλας που έμοιαζε με λαβή πόρτας αυτοκινήτου νίκησε και το τελευταίο απομεινάρι σύνεσης που διέθετα. Κλακ! σαν να άνοιξε Μερσεντές το καπάκι ξεκούμπωσε και άνοιξε προς τα επάνω αλλά μόνο το μισό.

Το περιεχόμενο της μισής κάψουλας ήταν ένας ΆδωνΙς με καστανά μαλλιά που έδειχνε κοιμισμένος.

Δεξιά και λίγο πιο πάνω από το κεφάλι του υπήρχε ένας ηλεκτρονικός πίνακας με διάφορα κουμπιά και διακόπτες που θύμιζε κόπ-κιτ αεροπλάνου καθώς και μια μικρή οθόνη χωρισμένη οριζόντια σε 4 μέρη με διαφορετικό χρώμα το κάθε ένα.

Επίσης 4 τελείες  έντονου λευκού χρώματος μία σε κάθε κομμάτι της οθόνης κινούνταν σε ευθεία γραμμή από τα αριστερά προς τα δεξιά βγάζοντας έναν συνεχή και οξύ ήχο.

Κάτι δεν πηγαίνει καλά εδώ, σκέφτηκα αυτόματα. Ο νεαρός ξαπλωμένος άνδρας δεν έδειχνε σημεία ζωής.

Τα τέλεια χαρακτηριστικά του θύμιζαν ζωγραφιά. Δεν ήταν περισσότερο από

27 χρόνων. Στην ηλικία μου, ξανασκέφθηκα.

Σηκώθηκα και έκανα το γύρο της κάψουλας. Η ίδια λαβή εμφανίστηκε πάλι μπροστά μου.

«Μεγάλε Θεέ!», άκουσα τον εαυτό μου να ψιθυρίζει γεμάτος δέος.

Οι καστανοί καταρράκτες των μαλλιών της καλλονής που αντίκρισα αντανακλούσαν τις ακτίνες του ηλίου γεμάτοι ζωή.

Οι λευκές φωτεινές κουκίδες στην μικρή οθόνη αναπηδούσαν ρυθμικά ανάλογα με τις  σωματικές λειτουργίες που αντιπροσώπευαν και τα ηχητικά τους σήματα σκέπαζαν το απαλό μουρμουρητό της θάλασσας.

Πελώρια καστανά μάτια άνοιξαν και κοίταξαν τον καταγάλανο ουρανό.

«Ποια είσαι;» Ήταν το μόνο που μπόρεσα να ψελλίσω στην μητρική μου γλώσσα τα Ελληνικά.

Η κοπέλα ανασηκώθηκε και στράφηκε προς το μέρος μου, ενώ από το σώμα της ξεκολλούσαν μικρές βεντούζες –απολήξεις πάμπολλων λεπτών καλωδίων.

« Αδάμ;» ρώτησε με βελούδινη φωνή.

Ο Αρίωνας που σιωπηλά με είχε ακολουθήσει, δικαιολογώντας το παρατσούκλι του, και ήταν έτοιμος να πηδήξει στην κοπέλα, κοντοστάθηκε αναποφάσιστος.

Το χέρι μου κινήθηκε ασυναίσθητα σχηματίζοντας το σινιάλο (περίμενε!).

Εκείνος άφησε ένα παραπονιάρικο κλαψούρισμα και κάθισε ακίνητος στα πίσω πόδια του σαν λύκος. Η προσοχή μου στράφηκε και πάλι στην πανέμορφη κοπέλα.

Εκείνη με μία ανάλαφρη κίνηση πέρασε το πόδι της πάνω από το πλαίσιο της κάψουλας, πάτησε στην άμμο και έκανε το γύρω της.

Στάθηκε ακίνητη με μία έκφραση απέραντης λύπης στο όμορφο πρόσωπο της.

«Ποια είσαι;» την ξαναρώτησα στα Αγγλικά αυτή την φορά.

Εκείνη με ένα απλανές βλέμμα ζωγραφισμένο στο πρόσωπο της απάντησε:

«Με λένε Εύα».

«Εύα», επανέλαβε σαν ηχώ η φωνή μου.

«Μην μου πεις ότι αυτός εκεί λέγεται Αδάμ;» την ρώτησα.

«Ναι», ήταν η μονολεκτική απάντηση της.

«Από που έρχεσαι;»

«Από πολύ μακριά», είπε η κοπέλα και ακούμπησε τα ακροδάχτυλα της

στον λαιμό του Άδωνη. Πήρε μια βαθιά ανάσα, σήκωσε το βλέμμα της στον ουρανό και είπε: «Κάποιο λάθος κάνατε εδώ πάνσοφοι τεχνικοί μου, τελικά οι αστάθμητοι παράγοντες παίζουν και αυτοί τον ρόλο τους, ας ελπίσουμε ότι το κακό θα διορθωθεί από πιο πάνω».

«Είναι νεκρός ;», ρώτησα.

« Δυστυχώς », απάντησε η Εύα και συμπλήρωσε «μας δημιούργησαν σαν ένα κομμάτι από τις ίδιες ουσίες. Ο ένας συμπλήρωμα του άλλου.

Τα κύτταρα μας ταίριαζαν απόλυτα, τώρα αυτή η αρμονία χάθηκε και μαζί της ίσως και οι ελπίδες για την διάσωση του γένους σας ή καλύτερα του γένους μας, μια και αποτελώ μέρος του και εγώ τώρα».

Διέκρινα την βαθιά θλίψη και σοβαρότητα που έκρυβαν τα λόγια της και αυτό ήταν που δεν μου έδωσε καθόλου περιθώρια να πάρω στα αστεία την όλη ιστορία.

Εξ’ άλλου είχα δει με τα ίδια μου τα μάτια το ¨Α.Τ.Ι.Α¨.

«Εύα... », άρχισα να λέω, και την ίδια στιγμή από τα βάθη του ορίζοντα ακούστηκε ο ήχος μιας βροντής.

Αυτόματα και οι τρεις στρέψαμε τα κεφάλια μας στον ουρανό που είχε γεμίσει γκρίζα σύννεφα. Μια καλοκαιρινή μπόρα ήταν έτοιμη να ξεσπάσει.

«Πρέπει να προφυλαχτούμε γρήγορα, σε λίγο θ’ αρχίσει να βρέχει και αν δεν γελιέμαι θα έχουμε μπουρίνι!», της είπα νοιώθοντας σαν να την γνώριζα χρόνια.

Τα καστανά μάτια της κοπέλας γέμισαν απορία.

« Θα φυσάει και δυνατός άνεμος πρέπει να προφυλαχτούμε » πρόσθεσα.

Με ένα κούνημα του κεφαλιού της μου έδειξε ότι κατάλαβε. Με γρήγορες χαριτωμένες κινήσεις έκανε το γύρω της κάψουλας ,έσκυψε μέσα και πήρε μια μικρή τσάντα από ένα υλικό που έμοιαζε με πλαστικό.

«Είμαι έτοιμη », άκουσα την μελωδική φωνή της όλο αποφασιστικότητα ενώ ταυτόχρονα ένοιωσα  ένα απαλό αεράκι να μου χαϊδεύει το μάγουλο που είχα στραμμένο προς τον βορρά, που όλο και δυνάμωνε.

Σε χρόνο μηδέν βρεθήκαμε να πατάμε την άμμο της ακτής  με τον αέρα να δυναμώνει πίσω μας..

Έλυσα τον κόμπο του σχοινιού που ήταν δεμένος στην κάψουλα ελευθερώνοντάς την, και το τράβηξα με δύναμη.

Η λαστιχένια βάρκα απαλλαγμένη από το ζωντανό φορτίο της σύρθηκε με την βοήθειά μου αρκετά πιο πίσω από ότι την άφηνα συνήθως και η σβησμένη μηχανή σκεπάστηκε με ταχύτατες κινήσεις από τον ιδιοκτήτη της.

 

 

 

 


ΙΙΙ. ΤΟ ΜΠΟΥΡΙΝΙ

 

 

Άπλωσα το χέρι μου και έπιασα της Εύας ξεκινώντας ήδη για το σημείο που είχα στημένη την σκηνή μου.

Ο Αρίωνας είχε ξεκινήσει κιόλας  προς τα εκεί ξεπερνώντας μας και σηκώνοντας μικρές τουλίπες άμμου με τα πισινά του πόδια. Σε λίγο πατούσαμε σε στέρεο χώμα και τρέχαμε γρήγορα ανάμεσα στα πεύκα. Το τρέξιμο μου είχε κάτι το κωμικό έτσι όπως χοροπηδούσα πατώντας ξυπόλητος πάνω στις πευκοβελόνες.

Εκείνη έτρεχε πίσω μου με την χάρη αιλουροειδούς θυμίζοντας μου λέαινα που κυνηγούσε το θήραμα της.

Αστραπές αυλάκωναν τώρα τον σκοτεινό ουρανό και το αεράκι που είχε μόλις δέκα λεπτά ζωή είχε αρχίσει να σφυρίζει πλέον πάνω από τα κεφάλια μας περνώντας ταχύτατα στην στρατεύσιμη ηλικία.

Μπροστά μας ξεπρόβαλλε το μικρό ξέφωτο περιτριγυρισμένο από τεράστια πεύκα.

Στην μέση του βρισκότανε το μικρό μου αντίσκηνο τύπου ιγκλού δύο ατόμων που είχα στήσει πριν αρκετές μέρες και παραδίπλα το Land Rover μου.

Κοίταξα με ικανοποίηση το αυλάκι που είχα σκάψει γύρω από την σκηνή ακριβώς για να φεύγουν τα νερά της βροχής όταν έβρεχε.

Ο Αρίωνας είχε σηκωθεί από το μπροστινό μέρος της σκηνής που   χρησίμευε σαν υπόστεγο για τον ήλιο και μας φώναζε να βιαστούμε.

Γύρισα στην Εύα με σκοπό να της πω να βγάλει τα παπούτσια της και να μπει μέσα αλλά τότε πρόσεξα για πρώτη φορά ότι δεν φορούσε.

Μια ολόσωμη λευκή φόρμα αγκάλιαζε το σώμα της χωρίς ίχνος φερμουάρ.

Χοντρές στάλες νερού άρχισαν να πέφτουν από τον ουρανό στο ξερό σκληρό χώμα φέρνοντας την χαρακτηριστική μυρουδιά της υγρής σκόνης στα ρουθούνια μας.

«Μέσα Εύα !», της φώναξα για να ακουστώ πάνω από τον θόρυβο των   βροντών που διαδέχονταν τις αστραπές με φοβερή συχνότητα.

Τράβηξα το φερμουάρ που έκλεινε την είσοδο της στρογγυλής σκηνής.

Είχα κατεβάσει και το υπόστεγο μπροστά και έτσι ο Αρίωνας βρισκόταν ασφαλής, κουλουριασμένος  στο μικρό του καταφύγιο. Κάτσαμε αμίλητοι για λίγο στο μισοσκόταδο. Ένα περίεργο άρωμα με τύλιξε, όχι δεν ήταν κανένα γνωστό γυναικείο άρωμα.

Κάτι σαν σελοφάν ή δεν ξέρω και εγώ τι άλλο. Το σώμα μου γυάλιζε από τον ιδρώτα και η μυρωδιά του ήταν ανάλογη.

Την ένοιωσα να κινείται, άκουσα το θρόισμα του περίεργου ρούχου της πάνω στην σάρκα της και στην μύτη μου ήρθε η γνώριμη μυρουδιά του ιδρωμένου γυναικείου σώματος.

Ένας αναστεναγμός ξέφυγε από τα χείλη μου, τουλάχιστον έχω να κάνω με ανθρώπινο πλάσμα, σκέφτηκα.

Στα τυφλά ψαχούλεψα να βρω το camping gaz που χρησιμοποιούσα για λάμπα τα βράδια.

Το άναψα, ήμουν περίεργος να δω το κορμί της.

Δεύτερο κύμα ανακούφισης με κατέλαβε καθώς διαπίστωσα ότι είχα μπροστά μου όχι κανένα ρομπότ φτιαγμένο από βίδες και εξαρτήματα αλλά μια πανέμορφη γυναίκα από σάρκα και οστά.

«Εύα είσαι τέλεια», άκουσα τον εαυτό μου να ψελλίζει σαν χαζός.

«Ευχαριστώ το ξέρω», μου απάντησε η μελωδική φωνή της χωρίς ίχνος ξιπασιάς μέσα της.

«Εύα θέλω να συζητήσουμε, έχω να σε ρωτήσω χίλια δύο πράγματα».

Ένα χαμόγελο φώτισε το πρόσωπο της κάνοντας να φανούν τα κατάλευκα δόντια της Όλα ήταν τόσο τέλεια επάνω της που έκαναν την περιέργεια να μου τρώει το μυαλό ζητώντας μου όλες τις πιθανές εξηγήσεις.

«Άνοιξε καλύτερα τον δέκτη που έχεις εκεί πέρα στην δεξιά γωνία και άκουσε τα σήματα που λαμβάνει», μου είπε δείχνοντας με τον δείκτη του χεριού της το Γιαπωνέζικο ραδιόφωνο μεγάλης εμβέλειας που βρίσκονταν δίπλα μου.

Ευτυχώς έχω μπαταρίες, σκέφτηκα καθώς γύριζα το κουμπί.

Η γνώριμη φωνή του εκφωνητή γέμισε την σκηνή.

«....μετά το τραγικό ατύχημα που είχαμε την περασμένη Δευτέρα στο Βιολογικό Αμερικανικό Ινστιτούτο στην Καλιφόρνια, η εξάπλωση του   τρομερού ιού συνεχίζεται με ραγδαίο ρυθμό.

»ήδη κρούσματα έχουν αρχίσει να παρουσιάζονται και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού μια και οι αρμόδιες αρχές είχαν την φαεινή ιδέα να μην

ειδοποιήσουν αμέσως την κοινή γνώμη για την φοβερή διαφυγή του ιού στην ελεύθερη ατμόσφαιρα.

»Οι κυβερνήσεις όλων των χωρών απαγόρευσαν την μετακίνηση πληθυσμών με στόχο τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού αλλά μάταια.

» Η εκκλησία ανακοίνωσε....».

Το τρεμάμενο χέρι μου έκλεισε τον διακόπτη και στράφηκα στην κοπέλα γεμάτος ερωτηματικά.

«Τι συμβαίνει;», την ρώτησα πασχίζοντας να καταπνίξω τα φοβερά συναισθήματα που το υποσυνείδητό μου είχε αρχίσει εδώ και μερικά λεπτά να γεννάει σαν κουνέλα.

Έξω το μπουρίνι είχε ξεσπάσει. Ο άνεμος λυσσομανούσε φέρνοντας κύματα νερού που σκάζανε πάνω στο μικρό μας  αντίσκηνο. Είχε αρχίσει να το κουνάει επικίνδυνα όμως και μας πήγα όλους μαζί στο τζιπ που μας περίμενε υπομονετικά.

«Λοιπόν;», την παρότρυνα να απαντήσει αφού βολευτήκαμε και οι τρεις.

Η μελωδική φωνή της γέμισε τον μικρό χώρο.

«Την περασμένη Δευτέρα όπως άκουσες, έγινε ένα ατύχημα σε κάποιο εργαστήριο στην Αμερική, κάποιοι επιστήμονες πειραματίζονταν με έναν καινούργιο ιό που δημιούργησαν από μεταλλάξεις άλλων που προϋπήρχαν».

«Ένα λεπτό», την διέκοψα, «τι είδους ιός είναι ξέρεις ;»

«Δεν ξέρω λεπτομέρειες, πάντως προσβάλει το ανοσοποιητικό σύστημα και προκαλεί τον ασύμμετρο πολλαπλασιασμό των κυττάρων».

Εκείνη την στιγμή ευχήθηκα να είχα πάρει περισσότερα μαθήματα Βιολογίας και Φυσιολογίας, βλέπετε το πάθος μου με την Αστροφυσική και την Αστρονομία είχαν κρατήσει το ενδιαφέρον μου ψηλά στο στερέωμα κάνοντας με να αδιαφορήσω για το ανθρώπινο σώμα.

Παρ’ όλα αυτά δύο όροι ξεπήδησαν από τα βάθη του μυαλού μου : Καρκίνος και Έιτζ.

Συνδυασμός αυτών των δύο; ανήκουστο! Και με μορφή ιού για το πρώτο, σκέτη τρέλα!

Πως διάβολο δεν κατάλαβα τίποτα; Βλέπεις ήθελα να κάνω τις πιο ξένοιαστες δια-κοπές της ζωής μου εκείνη την χρονιά μετά από την επιτυχή έκβαση των προσπαθειών μου σε ένα πρόγραμμα χαρτογράφησης ενός μακρινού τμήματος του Γαλαξία μας με την βοήθεια του υλικού που πήραμε από τους δορυφόρους της N.A.S.Α.

Έτσι απομονώθηκα στον Καϊάφα μακριά από τον πολιτισμό με μοναδικό μου σύντροφο τον Αρίωνα, ψαρεύοντας, κολυμπώντας και απολαμβάνοντας το κρασί μου και το φρέσκο ψάρι το βράδυ στην φωτιά.

Η Εύα παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις αντιδράσεις μου. Το φως που ξεχύνονταν από την πλαφονιέρα του τζιπ έτσι όπως την φώτιζε από το πλάι την έκανε να μοιάζει με αρχαία θεά όλο μυστήριο και γοητεία.

«Λοιπόν, κατάλαβες;» Με ρώτησε.

«Νομίζω πως ναι, με δυο λόγια : η ανθρωπότητα γνωρίζει την μεγαλύτερη απειλή απέναντι στην ίδια της την ύπαρξη από τότε που εμφανίστηκε στην Γη», είπα με ύφος παντογνώστη.

«Σωστά!», συμφώνησε μαζί μου η κοπέλα», και σύμφωνα με τους υπολογισμούς των επιμελητών είναι θέμα μερικών μόνο μηνών. Μετά το πείραμα "ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΔΙΑΝΟΙΕΣ" θα διακοπεί οριστικά», κατέληξε με απόμακρο ύφος.

Αυτό ξεπερνά και την πιο τρελή φαντασία, ότι δεν πρόλαβαν να τελειώσουν η μόλυνση της ατμόσφαιρας και τα πυρηνικά θα το τελειώσει σε χρόνο μηδέν ένας ιός, σκέφτηκα γεμάτος δέος.

«Γι’ αυτό οι επιμελητές στον λίγο χρόνο που είχαν δημιούργησαν τον Αδάμ και εμένα, το τέλειο ζευγάρι για την διάσωση του ανθρώπινου γένους», άκουσα την καμπανιστή φωνή της να προσθέτει.

Το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει, όλα αυτά που έγιναν το περασμένο απόγευμα με παρέσυραν σαν παλιρροϊκό κύμα και τώρα ένοιωθα εντελώς αποκαμωμένος.

Στο μυαλό μου τριγύριζαν σαν ενοχλητικά έντομα ένα σωρό ερωτήματα όπως :ποιοι ήταν αυτοί οι επιμελητές ; ανήκαν στο ανθρώπινο γένος ; και αν όχι, από που κατάγονταν; Ήταν τελικά όλα αυτά πραγματικά ή μήπως η μοναξιά σ’ αυτόν τον έρημο παράδεισο  είχε αρχίσει να με επηρεάζει τόσο πολύ ώστε να έχω παραισθήσεις;

Μήπως αυτό το μυστηριώδες πλάσμα που κατέβηκε από τον ουρανό είχε κάποιο περίπλοκο, ύπουλο σχέδιο σκοπεύοντας να με χρησιμοποιήσει μιας και με είχε ξεγελάσει με τόση τέχνη;

Αλλά όχι, ας μην είμαι τόσο ανυπόμονος όλα θα βρουν την εξήγηση τους.

Έξω η βροχή και ο αέρας συνέχιζαν τον τρελό χορό τους με την ίδια ένταση.

«Εύα όλα αυτά ήταν πάρα πολλά για μια μέρα, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε θα έλεγα είναι να κοιμηθούμε και αύριο βλέπουμε, τι λες;» Την ρώτησα.

«Ξεκουράσου εσύ εγώ θα κάτσω λίγο να σκεφτώ».

Δεν περίμενα δεύτερη κουβέντα ξάπλωσα τέρμα το κάθισμα, άνοιξα το φερμουάρ του slipping bag μου και γλίστρησα μέσα.

Κάποια στιγμή αργότερα ένοιωσα το κορμί της να ακουμπά στο δικό μου ήταν ζεστό, απαλό και πάνω απ’ όλα ανθρώπινο.

Ένοιωθα υπέροχα και βυθίστηκα σ’ ένα ύπνο χωρίς όνειρα, μέσα μου ένοιωθα ότι η αυριανή μέρα θα ήταν πολύ σημαντική.

 


ΙV  ΑΠΟΓΝΩΣΗ

 

Το πρωί της επόμενης μέρας βρήκε τον καθηγητή της Μικροβιολογίας Δρ. Σταμάτη Αυγουστίδη να τρίβει τα κατακόκκινα μάτια του-είχε να  κοιμηθεί 48 ώρες – καθισμένος στο γραφείο του στα εργαστήρια ‘Ιπποκράτης’ του Ινστιτούτου Βιολογικών Ερευνών της Αθήνας.

O μικρός δέκτης τηλεόρασης στην βιβλιοθήκη του έδειχνε πανικόβλητα πλήθη να συνωστίζονται σε σιδηροδρομικούς σταθμούς αεροδρόμια και λιμάνια.

Μάταια οι αστυνομικοί προσπαθούσαν να διώξουν τον κόσμο που περίμενε στην προκυμαία του Λίβερπουλ για κάποιο πλοίο που θα ξεκινούσε από εκεί για οπουδήποτε στον κόσμο.

Ο κάμεραμαν πήρε ένα κοντινό πλάνο  μέσα στο πλήθος. Η απόγνωση που φάνηκε στα χαρακτηριστικά του νεαρού άνδρα έκανε τον Μικροβιολόγο να πατήσει το κουμπί του τηλεκοντρόλ με αποτέλεσμα να χαθεί η εικόνα από τον δέκτη.

Άφησε να του φύγει ένας αναστεναγμός ενώ μέσα στο μυαλό του    τριγύριζαν οι σκέψεις: Γιατί Θεέ μου το έκανες αυτό σε εμάς που νομίζαμε ότι ήμασταν τα χαϊδεμένα παιδιά σου;

Εδώ και μια εβδομάδα  αυτός και όλο το προσωπικό του Ινστιτούτου που ήταν επικεφαλής προσπαθούσαν απεγνωσμένα να νικήσουν τον ιό, αλλά

μάταια! Άντεχε σε όλα τα γνωστά όπλα: υψηλές θερμοκρασίες, διάφορα δομικά μόρια που θα τον παγίδευαν μέσα τους και θα του έδιναν μια μικρότερη διάρκεια ζωής, κάνοντας τον ακίνδυνο ουσιαστικά για το ανοσοποιητικό σύστημα και το ανθρώπινο κύτταρο. Τίποτα απολύτως, τίποτα!

Ήταν πολυμήχανος, ξεγλιστρούσε σαν χέλι άλλαζε μορφή σαν τον  χαμαιλέοντα και συνέχιζε ανενόχλητος το καταστροφικό του έργο.

Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια του επιστήμονα που καθώς στράφηκαν στο γραφείο του αντίκρισαν τις φωτογραφίες των παιδιών του να του    χαμογελούν γεμάτα αθωότητα.

«Λυπήσου μας Θεέ μου», ψέλλισε ενώ ένας  λυγμός  ανέβηκε μέχρι το στήθος του.

 

 

 

V. ΕΞΗΓΗΣΕΙΣ

 

Με ξύπνησε το κελάηδισμα των πουλιών. Η ζεστή και σφιχτή σάρκα που ακουμπούσε επάνω μου με έκανε να θυμηθώ τα γεγονότα της πιο περίεργης μέρας της ζωής μου.

Οι αχτίδες του ήλιου έπεφταν πάνω στο τζιπ  που είχε αρχίσει σιγά-σιγά να ζεσταίνεται. Ανασηκώθηκα. Η Εύα μετακινήθηκε βογκώντας, διάβολε αυτή ήταν πιο ανθρώπινη και από μένα.

Εύα, ωραία ιδέα, Αδάμ και Εύα οι πρωτόπλαστοι.

Πάντως δεν τα είδα στον ύπνο μου όλα αυτά.

Βγήκα από το τζιπ ανοίγοντας απαλά την πόρτα, μην αντέχοντας στον πειρασμό γύρισα και έριξα μια ματιά όλο δέος  στην Εύα. Τέλεια μέχρι και στην πιο μικρή λεπτομέρεια, όσο για τις αναλογίες;

Ούτε αρχαίο Ελληνικό άγαλμα δεν τις είχε, με μια λέξη τέλεια!

Και στην κατάλληλη ηλικία για να κάνει παιδιά. «Τι σκέφτομαι Θεέ μου;» Μονολόγησα.

Ξαφνικά ένας όγκος έπεσε με δύναμη επάνω μου. Γύρισα απότομα για να αντιμετωπίσω τον Αρίωνα που είχε αρχίσει ήδη τα πρωινά μας  παιχνίδια. Κυλιστήκαμε στην άμμο εγώ γελώντας και αυτός γρυλίζοντας έχοντας ξεχάσει τα πάντα γύρω μας.

Όταν κάποια στιγμή τελειώσαμε, τα μάτια μου έπεσαν πάνω σε δύο      υπέροχα πόδια. Η Εύα είχε ξυπνήσει.

Το βλέμμα της γεμάτο απορία πηγαινοερχότανε από τον Αρίωνα σε μένα.

Ο σκύλος είχε αποδεχτεί την παρουσία της και απλώς την κοίταζε με ένα από εκείνα τα αφοπλιστικά και όλο γλύκα βλέμματα του.

«Παίζαμε», της εξήγησα λαχανιασμένος ακόμη καθώς προσπαθούσα να σηκωθώ.

Η μουσική αντήχησε και πάλι στα αυτιά μου καθώς ακούστηκε η φωνή της.

«Υπάρχουν στο υποσυνείδητο μου εικόνες από αυτά τα οικιακά ζώα, σκυλιά νομίζω τα λέμε, δεν είναι έτσι;», με ρώτησε.

«Σωστά και είναι ο πιο πιστός φίλος του ανθρώπου». Ξαφνικά αισθανόμουν σαν να έκανα μάθημα σ’ ένα μικρό παιδάκι, αλλά τι παιδάκι!

Η Εύα τεντώθηκε θυμίζοντας μου για άλλη μια φορά αιλουροειδές.

Κατάντησε γελοίο να σκέφτομαι πόσο ωραία είναι, σκέφτηκα επιτέλους αυτό το είπαμε, πάμε παρακάτω να δούμε τι γίνετε και παρακάτω βρε αδερφέ!

«Έχω πολλές απορίες ακόμη Εύα θα ήθελες να τις συζητήσουμε πίνοντας καφέ;» Την ρώτησα καθώς έβγαζα τα απαραίτητα από το POLO.

«Κατ’ αρχάς φαντάζομαι ότι αυτοί οι επιμελητές δημιούργησαν εσένα και τον Αδάμ έτσι ώστε να μην προσβάλλεστε από τον ιό, έχω δίκιο;».

«Σχεδόν, μας δημιούργησαν χρησιμοποιώντας σπερματοζωάρια και ωάρια που πήραν από κάποια τράπεζα σπέρματος στην Γη πραγματοποιώντας την γονιμοποίηση σε ιδανικές συνθήκες και παρακολουθώντας τα έμβρυα συνεχώς, εισάγοντας ταυτόχρονα και κάποια ουσία που καθιστούσε το ανοσοποιητικό άτρωτο από τον ιό, όλα αυτά φυσικά στον πλανήτη τους.

Δεν γνωρίζω φυσικά με ποιόν τρόπο κατάφεραν να επιταχύνουν την διαδικασία και να μας δημιουργήσουν σε εννέα ημέρες, πάντως οι επιμελητές παρακολουθούν την εξέλιξη του είδους μας σχεδόν από την γέννηση του.

»Και από ότι έχω καταλάβει τους έχει φορτώσει την ευθύνη για μας κάποια ανώτερη διάνοια που την σέβονται την εκτιμούν και συνεργάζονται μαζί της οικειοθελώς».

Έβαλα τον καφέ στο κύπελλο και της το πρόσφερα.

«Και πώς μοιάζουν αυτοί οι επιμελητές; ο πλανήτης τους πως είναι;» Την ρώτησα βλέποντάς την να κοιτάζει με περιέργεια το ζεστό ρόφημα και να το δοκιμάζει.

«Ωραίο είναι», είπε χαμογελώντας και τα μάτια της φωτίστηκαν.

«Όσο για το πως μοιάζουν αν και είμαι σίγουρη ότι τους έχω δει δεν μπορώ με κανέναν τρόπο να θυμηθώ πώς είναι στην μορφή μόνο τις φωνές τους θυμάμαι καθαρά γιατί έχω την εντύπωση πως συνέχεια μου   μιλούσαν.

»Αλήθεια εσένα πώς σε λένε;» Με ρώτησε με μια ανάσα.

Ένοιωσα ξαφνικά απαίσια και σίγουρος πως τα αυτιά μου που τα ένοιωθα να καίνε θα είχαν γίνει κατακόκκινα.

«Κώστας Βεργόπουλος », αυτοσυστήθηκα.

Ξαφνικά σκέφτηκα πως μαζί με την υπόλοιπη ανθρωπότητα κινδύνευα και εγώ.

Αργά η γρήγορα θα ερχόμουνα σε επαφή με τους συνανθρώπους μου και τότε...

Ρώτησα την Εύα να μου πει την γνώμη της γι’ αυτό και η απάντηση της με ξάφνιασε.

«Το έχω σκεφτεί και εγώ το πρόβλημα και θα το συζητήσουμε αργότερα», μου είπε.

Το μυαλό μου έτρεξε στους επιμελητές.

«Μου είπες Εύα ότι αυτοί οι Επιμελητές είναι κάτι σαν baby sitters για μας και ότι κάποια ανώτερη διάνοια βρίσκεται πάνω από αυτούς».

«Baby  sitters; Εννοείς τους τροφούς των μωρών», με ρώτησε.

«Αυτούς που γενικά προσέχουν τα μωρά. Γιατί από ότι κατάλαβα για να χρειαζόμαστε επίβλεψη σημαίνει ότι το είδος μας είναι νεαρό αν όχι σε νηπιακή ηλικία».

Η Εύα κούνησε καταφατικά το κεφάλι της δείχνοντας μου ότι η διαπίστωσή μου ήταν σωστή.

«Είπες κάτι για ένα πείραμα σχετικά με Ανώτερες Διάνοιες ή κάτι τέτοιο, τι σημαίνει αυτό;», την ξαναρώτησα.

Πήρε μια απόμακρη έκφραση και άρχισε να μου εξηγεί:

«Η φυλή μας, και αυτά σου τα λέω από τις πληροφορίες που φρόντισαν οι επιμελητές να διαθέτω, έλαβε μέρος -χωρίς να το γνωρίζει-σε ένα πείραμα που είχε να κάνει με την εξέλιξη των ειδών. Αυτό το πείραμα όπως φαντάζεσαι δεν πρόλαβε να τελειώσει λόγω της επιδημίας που δυστυχώς προέκυψε εξ’ αιτίας μας». Σάλιωσε τα ξεραμένα χείλη της με την υπέροχη ροζ γλώσσα της για να  συνεχίσει, εγώ ήμουν όλος αυτιά.

«Δημιουργήθηκε όμως ένα πρόβλημα, είχε αποτύχει το πείραμα ή όχι;

Και αν ναι, το σωστό δεν θα ήταν  να απαλλαγούν από την  επιτήρηση της Γης οι επιμελητές, και να ασχοληθούν με άλλα είδη που κατοικούν αλλού;» Έκανε την ρητορική αυτή ερώτηση στραβώνοντας τόσο     χαριτωμένα το μουτράκι της που με το ζόρι κρατήθηκα και δεν την  τσίμπησα στο μαγουλάκι.

»Από ότι ξέρω λοιπόν για λόγους που έκαναν τους επιμελητές και λίγο ζηλιάρηδες απέναντι στο είδος μας, ο εξάδελφος του πιθήκου απέκτησε μια δεύτερη ευκαιρία μέσα από το σχέδιο ¨ΑΔΑΜ ΚΑΙ ΕΥΑ¨».

Πήραμε ταυτόχρονα βαθιές ανάσες, αυτή γιατί όλα τα προηγούμενα μου τα είπε με μια ανάσα και εγώ για ευνόητους λόγους.

Όσο ανοιχτός νους και αν ήμουν όλα αυτά ήταν ένα υλικό που για να αφομοιωθεί χρειαζόταν ανάλογη προσπάθεια από μέρους μου.

Η ώρα είχε περάσει και ο Αρίωνας που  είχε να φάει από χθες ήρθε και στάθηκε  μπροστά μου κουνώντας την ουρά του και δείχνοντάς μου με τα

πανέξυπνα μάτια του πόσο πολύ πεινούσε.

«Τι θα έλεγες να τρώγαμε κάτι Εύα;» Την ρώτησα.

«Εδώ και μισή ώρα αυτό αναρωτιόμουνα αλλά φοβόμουν μήπως και φανώ αγενής », απάντησε δίνοντας ένα χαρούμενο τόνο στην υπέροχη φωνή της και μια θεσπέσια έκφραση στο πρόσωπο της.

Και μόνο η παρουσία της με έκανε να αισθάνομαι υπέροχα.

Αφού φάγαμε, εμείς ένα κολατσιό και ο Αρίωνας αποξηραμένη τροφή, την πήρα από το χέρι και όλοι μαζί καθίσαμε κάτω από την σκιά ενός τεράστιου πεύκου που φύτρωνε στην άκρη της αμμουδιάς.

Για λίγη ώρα καθίσαμε αμίλητοι και σε λίγο η συζήτησή μας πλανήθηκε σε θέματα γενικού ενδιαφέροντος όπως οι γλάροι που βλέπαμε να βουτάνε στην καταγάλανη επιφάνεια της θάλασσας και να ανυψώνονται αμέσως με κάποιο ψαράκι στο ράμφος τους.

Βέβαια συζητήσαμε και για τις γνώσεις με τις οποίες την είχαν εφοδιάσει οι επιμελητές και εκεί με περίμενε άλλη μια έκπληξη.

Με κάποια υπέρ ταχύρυθμη μέθοδο που μου θύμισε κάπως την υπνοπαιδεία τροφοδότησαν τα κέντρα μνήμης της με πληροφορίες σε άλλα θέματα με γενικές και σε άλλα μέχρι και με ειδικές όπως π.χ. τέχνες, επιστήμες, Ιστορία κλπ.

Το ευχάριστο ήταν πως είχαν δώσει βαρύτητα σε θέματα επιβίωσης αντίξοων συνθηκών του πλανήτη μας.

 

 

VI. Η ΛΥΣΗ

 

Το ρολόι μου έδειχνε 11 π.μ. όταν σκέφτηκα ότι έπρεπε να μεριμνήσω για το μεσημεριανό μας φαγητό. Όλες αυτές τις μέρες όταν δεν είχα ψάρια για φαγητό μαζί με τις προμήθειες που έκανα σε νερό, αγόραζα και τρόφιμα από το κοντινότερο χωριό την Ζαχάρω.

Το ανέφερα στην Εύα και η παρατήρηση της με γύρισε και πάλι στην φοβερή πραγματικότητα.

«Θα έρθουμε σε επαφή με άλλους ανθρώπους, το βρίσκεις φρόνιμο;»

Η γεμάτη σημασία ερώτηση της μου ξαναθύμισε ότι ήμουν ευάλωτος σε αυτόν τον τρομερό ιό.

«Δεν μπορούμε να βρούμε τροφή με διαφορετικό τρόπο;» Με ξαναρώτησε.

«Μα φυσικά ψαρεύοντας », αναφώνησα.

Της εξήγησα  τι θα κάναμε και τα υπέροχα μάτια της φωτίστηκαν από χαρά, τώρα έμοιαζε με ένα μικρό ανυπόμονο και γεμάτο ενθουσιασμό παιδί.

Ήταν υπέροχη! Όχι μόνο μέσα από την τέλεια ομορφιά της αλλά και μέσα από μια αθωότητα που μόνο σε παιδιά συναντούσες στις μέρες μας. Αλλά τι άλλο εκτός από ένα μεγάλο παιδί ήταν τελικά;

Αρχίσαμε να ετοιμάζουμε τα σύνεργα του ψαρέματος.

Ψάξαμε γεμάτοι ενθουσιασμό στην άμμο για τα μεγάλα ζουμερά               σκουλήκια, το ¨ζουμερά¨ ήταν μια λέξη που η ετοιμολογία της όταν της την εξήγησα της έκανε τόση εντύπωση που με ρώτησε γιατί δεν τα χρησιμοποιούσαμε και για τροφή μια και έτσι είχε διδαχθεί από τους  επιμελητές.

«Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις ναι, αλλά δεν τα προτιμάμε», ήταν η απάντηση μου.

Το ψάρεμα την ενθουσίασε, και εμένα φυσικά μια που η συντροφιά της ήταν σαν μια δροσερή αύρα την καυτή εκείνη μέρα του Αυγούστου.

Η Εύα φορούσε ένα καπέλο μου που δεν κατόρθωνε να συγκρατήσει τον καταρράκτη των καστανών μαλλιών της καθώς και ένα σορτσάκι μου.

Βέβαια την προτιμούσα γυμνόστηθη, αλλά ο ήλιος σίγουρα δεν ήταν και τόσο φιλικός στην κάτασπρη επιδερμίδα της.

Καταλάβαινα φυσικά ότι η παρατεταμένη παραμονή μου σ’ αυτή την εξορία του Αδάμ μου είχε αυξήσει επικίνδυνα την λίμπιντο αλλά δεν μου καίγονταν καρφάκι.

Καθίσαμε στην αμμουδιά εκεί που έσκαγε το κύμα, βάλαμε το κουτάκι με τα σκουλήκια ανάμεσα μας και το πανηγύρι άρχισε.

Ήταν ο καλύτερος μαθητής που είχα ποτέ μου στο ψάρεμα, τόσο που υποψιάστηκα πως μάλλον θα έπρεπε να ήταν γνώστης του αντικειμένου, λεπτομέρειες, θα μου πείτε και θα έχετε και δίκιο.

Πάντως οι μουρμούρες έβαζαν τα δυνατά τους για να σωθούν και εμείς για να τις οδηγήσουμε στα χέρια μας και από’ κει στο τραπέζι μας.

Γελούσαμε σαν μικρά παιδιά και έμοιαζε σαν να είχε σταματήσει ο χρόνος, όλα τα προβλήματα έμοιαζαν τόσο μακρινά που και η ύπαρξη τους έμοιαζε συζητήσιμη.

Καθώς κουβαλούσαμε -στο υπόστεγο από καλάμια που είχα κατασκευάσει -τα τρόπαια μας καθαρισμένα και έτοιμα για ψήσιμο δεν άντεξα άλλο και αφήνοντας τα ψάρια πάνω στο κούτσουρο που χρησιμοποιούσα για τραπέζι την αγκάλιασα.

Όχι απότομα, αλλά απαλά και φυσικά έτσι όπως το ένοιωθα σαν να αγκάλιαζα την γυναίκα μου.

Στράφηκε προς το μέρος μου και στα μάτια της διάβασα την επιθυμία και όχι την έκπληξη όπως ίσως θα ήταν φυσικό.

Το φιλί μας ήταν κι’ αυτό μια φυσική συνέχεια στα δρώμενα αν και ομολογώ ότι εκείνες τις στιγμές έχασα την επαφή με την πραγματικότητα.

« Αχ Εύα γιατί να μην γνωριστούμε κάτω από διαφορετικές συνθήκες;», της ψιθύρισα.

Δεν είπε τίποτα μόνο ένοιωσα την καρδιά στο στήθος της να χτυπάει δυνατότερα.

«Φοβάμαι ότι θα έχω έναν ευτυχισμένο θάνατο μια και θα περάσω τις   τελευταίες μέρες μου κοντά σου».

« Δεν θα πεθάνεις Αδάμ », τραγούδησε.

«Μα πώς είναι δυνατόν;» Ρώτησα.

«Το σκέφτηκα πολύ και αποφάσισα ότι εσύ είσαι ο καταλληλότερος για την θέση του Αδάμ, διαθέτεις την ευφυΐα την σωστή σωματική κατάσταση  και μου αρέσεις κιόλας», συμπλήρωσε κάπως ντροπαλά.

«Μα πώς ;»

«Οι επιμελητές όταν μας προετοιμάζανε σκέφτηκαν να κάνουνε την άμυνα μας δυνατότερη απέναντι στον ιό και έτσι πιο σίγουρη την επιβίωσή μας »,σταμάτησε για μια ανάσα.

«Λοιπόν;», σχεδόν φώναξα.

«Λοιπόν σ’ εκείνη την μικρή τσάντα που έχουμε στην σκηνή υπάρχουν ειδικές συσκευές, κάτι ανάλογο με τις γνωστές σύριγγες μιας χρήσης, μόνο που εισάγουν την ουσία ανώδυνα μέσα από τους πόρους του δέρματος` με αυτήν την φαρμακευτική ουσία θα σωθείς, απάντησε στην ερώτηση που της είχα κάνει με τόση αγωνία.

Η ποσότητα της είναι αρκετή για να θωρακίσει συμπληρωματικά δύο άτομα που διαθέτουν την δική μου αντοχή ».

«Ναι αλλά τα δικά μου κύτταρα δεν έχουν μεταβληθεί καθόλου όπως έγινε με τα δικά σου », είπα γεμάτος αγωνία.

«Ελπίζω ότι αν για ένα μικρό χρονικό διάστημα δεν έρθουμε σε επαφή με ανθρώπους και σου χορηγώ σε τακτά χρονικά διαστήματα την ουσία θα πετύχουμε και για σένα τα ανάλογα αποτελέσματα.

Την σήκωσα ψηλά τρελός από χαρά και το γέλιο μας αντήχησε στην έρημη παραλία.

Ο ήλιος έγερνε στην δύση του, ένας άντρας μια γυναίκα και ένα Αλσατικό λυκόσκυλο στεκόντουσαν ακίνητοι, τρεις μαύρες σιλουέτες στον κατακόκκινο φόντο του ουρανού που έδεναν  αρμονικά με το παραδεισένιο τοπίο.

 


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 

 

ΧΟΝΓΚ-ΚΟΝΓΚ

 

Μια νέα γυναίκα βρίσκεται καθισμένη σε μια έρημη ακρογιαλιά ένα απόγευμα του Σεπτέμβρη.

Ο πόνος βαραίνει τους ντελικάτους ώμους της, πριν από λίγες μόλις ώρες αποχαιρέτησε το τελευταίο μέλος της οικογένειάς της που έσβησε  χτυπημένο από τον τρομερό ιό.

Με το μυαλό άδειο –τι της είχε απομείνει τώρα πια να σκεφτεί; ο θάνατος τα πήρε μαζί του όλα-κοιτούσε χωρίς να βλέπει το απαλό κυματάκι που χάιδευε την αμμουδιά.

Μερικά μόλις μέτρα πιο μέσα στην θάλασσα λικνίζεται ένα αστραφτερό αντικείμενο που μοιάζει με κάψουλα. Ο ήλιος δεν έχει πέσει ακόμη για ύπνο και στέλνει τις ακτίνες του στο περίεργο αντικείμενο που με την βοήθεια τους έχει πάρει ένα περίεργο ροζ-κόκκινο χρώμα.

Κάποτε η γυναίκα χωρίς κανένα συγκεκριμένο λόγο σηκώνει το κεφάλι της  και ¨βλέπει¨ το αντικείμενο.

Για κάποιο χρονικό διάστημα δεν γίνεται τίποτα.

Τελικά η φυσική περιέργεια νικά την δικαιολογημένη σωματική αδράνεια και η μελαχρινή νέα γυναίκα σηκώνεται και προτάσσοντας το δεξί της πόδι σχηματίζει ένα μικρό αβέβαιο βήμα με κατεύθυνση προς την κάψουλα.

Χωρίς καλά-καλά να το καταλάβει βρίσκεται στο νερό  μέχρι το ύψος των μηρών, έφτασε κιόλας στην κάψουλα.

Το δεξί της χέρι σαν να κινείται από μόνο του αρπάζει το γυαλιστερό    χερούλι και με μια απότομη κίνηση το τραβά βάζοντας σε κίνηση τον μηχανισμό που αθόρυβα ανοίγει την μια από τις δύο πόρτες.

Τα μάτια της Κινεζικής καταγωγής Μεϊ Λίνγκ, αυτό είναι το όνομα της νέας γυναίκας, ανοίγουν διάπλατα, μόνο το θέαμα ενός πανέμορφου νέου άντρα στην ηλικία της περίπου και Ασιατικής καταγωγής όπως και αυτή δεν περίμενε πως θα αντικρίσει.

Ο μονότονος θόρυβος από το μόνιτορ που βρίσκεται πάνω από το κεφάλι του Άδωνη φαίνεται πως δεν είναι ικανός να της αποσπάσει την προσοχή από ένα δεύτερο εξίσου γυαλιστερό χερούλι που τραβώντας το με την σειρά του αποκαλύπτει και αυτό ένα ανάλογο θέαμα.

Με κάποιες διαφορές όμως, όπως για παράδειγμα το φύλο και η πλήρης απουσία φωτεινών καθώς και ηχητικών ενδείξεων στο μαύρο μόνιτορ που

αντίκρισε πάνω από το κεφάλι της επίσης Ασιάτισσας καλλονής.

Ανάλογα περιστατικά εξελίχθηκαν και σε άλλες γωνιές του πλανήτη μας όπου πρωταγωνιστές ήταν άνδρες και γυναίκες όλοι τους υγιείς και φυσικά σε αναπαραγωγική ηλικία.

 

 

 


Κάπου ψηλά και μέσα σ’ ένα σκάφος ικανό να εκμηδενίζει τις αποστάσεις στο σύμπαν, με την ίδια περίεργη αντανάκλαση του ηλιακού φωτός-στα μεταλλικά του μέρη- κάποιες οντότητες που δεν ανήκαν στο ανθρώπινο είδος μόρφαζαν από ευχαρίστηση με την έκβαση της επιδρομής που επιχείρησαν σ’ αυτόν εκεί κάτω τον γαλάζιο πλανήτη.

 

 

 

ΤΕΛΟΣ

 

            

 

 

 

Αν θέλετε να το κατεβάσετε σε μορφή . pdf & .epub ΔΩΡΕΑΝ πατήστε στον παρακάτω σύνδεσμο:

  aw2  

 

Το συγκεκριμένο βιβλίο, διακινείται ελεύθερα στο Διαδίκτυο με άδεια Creative Commons
 

Άδεια Creative Commons
Το έργο με τίτλο Η ΤΕΛΕΙΑ ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ από τον δημιουργόΧΡΗΣΤΟ ΜΑΛΑΜΑ διατίθεται με την άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .
Παροχή δικαιωμάτων πέρα από τα πλαίσια αυτής της άδειας μπορεί να είναι διαθέσιμη στοhttps://isofitatoumalama.webnode.gr/.

 

Δημιουργήστε τη δική σας ιστοσελίδα δωρεάν: https://www.webnode.gr